Free the Moria 6: A statement from the defense lawyers on the unfair trial of four of those accused of the Moria fires

Police officer outside the Court in Chios, 11 June 2021. Photo credit: Free The Moria Six Campaign, @freethemoriasix.

ΔΗΛΩΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΗΓΟΡΩΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΜΠΡΗΣΜΟ ΤΗΣ ΜΟΡΙΑΣ /

English below

Την Παρασκευή 11/06 και Σάββατο 12/06 έγινε στη Χίο, ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, η δίκη τεσσάρων νεαρών Αφγανών, οι οποίοι είχαν κατηγορηθεί από τις Ελληνικές αρχές για τον εμπρησμό στη Μόρια τον περασμένο Σεπτέμβριο, που είχε σαν αποτέλεσμα την ολοκληρωτική καταστροφή του στρατοπέδου.

Και οι τέσσερις καταδικάστηκαν, ομόφωνα, σε ποινή κάθειρξης δέκα ετών, χωρίς  να τους αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό και χωρίς η έφεσή τους να έχει ανασταλτική δύναμη και για το λόγο αυτό οδηγήθηκαν πίσω στη φυλακή Αυλώνα, όπου βρίσκονταν προφυλακισμένοι για δέκα σχεδόν μήνες.

Η διαδικασία που θα ακολουθούνταν από το δικαστήριο είχε διαφανεί από την πρώτη στιγμή. Κατά την είσοδο και με εντολή του προέδρου του δικαστηρίου, ελέγχθηκαν και οι συνήγοροι υπεράσπισης, στους οποίους ανοίχτηκαν οι φάκελοι της δικογραφίας και τα προσωπικά αντικείμενα (πορτοφόλια κ.λ.π.). Στη συνέχεια απορρίφθηκε το αίτημα τεσσάρων δημοσιογράφων (δύο από ελληνικά και δύο από διεθνή μέσα) καθώς και το αίτημα των συνηγόρων υπεράσπισης που αφορούσε σε δύο διεθνείς παρατηρητές (δικηγόρους διαπιστευμένους από διεθνείς ενώσεις νομικών) να παρευρίσκονται στη διαδικασία, ώστε να εξασφαλιστεί στο ελάχιστο η δημοσιότητα της δίκης, με το πρόσχημα των μέτρων για τον covid, ενόσω καθόλη τη διάρκεια της διαδικασίας παρόντες στην αίθουσα ήταν 7-9 αστυνομικοί, για την τήρηση μη αναγκαίων μέτρων τάξης. Αξίζει να σημειωθεί ότι από την παρακολούθηση της δίκης αποκλείστηκε και εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους ίδιους λόγους.

Η διαδικασία ξεκίνησε με την υποβολή ένστασης αναρμοδιότητας του δικαστηρίου, βασισμένη σε επίσημα έγγραφα από τις χώρες καταγωγής, που ήδη από το στάδιο της ανάκρισης είχαν προσκομισθεί από τους 3 κατηγορούμενους, τα οποία αποδείκνυαν ότι οι κατηγορούμενοι ήταν ανήλικοι κατά την υποτιθέμενη τέλεση της πράξης και τα οποία, σύμφωνα με την Κοινή Υπουργική Απόφαση 9889/2020 άρθρο 1 παρ. 12 αίρουν κάθε αμφιβολία υπέρ της ανηλικότητας χωρίς καμία επιφύλαξη ενώ σταματά οποιαδήποτε διαδικασίας διαπίστωσης ανηλικότητας. Η συγκεκριμένη ένσταση θα είχε, στην περίπτωση που είχε γίνει δεκτή, καταλυτική σημασία στην ποινική αντιμετώπιση των 3, καθόσον θα έπρεπε να παραπεμφθούν σε δικαστήριο ανηλίκων. Παρόλα αυτά το δικαστήριο αποφάσισε την απόρριψη της ένστασης, άνευ ουσιαστικής αιτιολογίας, στηρίζοντας την απόρριψη σε μία αμφίβολης προέλευσης, ποιότητας, αξιοπιστίας και εγκυρότητας πραγματογνωμοσύνη, ενός αναρμόδιου πραγματογνώμονα (όχι γιατρού, αλλά κοινωνικού επιστήμονα –εγκληματολόγου/ανθρωπολόγου), ο οποίος υποτίθεται ότι κατάφερε να διαβάσει ακτινογραφίες και να διαπιστώσει ότι είναι ενήλικοι και επιπλέον παραβιάζοντας την εκ του νόμου προβλεπόμενη διαδικασία για την εκτίμηση της ηλικίας. Το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ούτε το ευεργέτημα της αμφιβολίας για την ηλικία των κατηγορούμενων, όπως αυτό προβλέπεται από τη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού.

Περαιτέρω απορρίφθηκε παραχρήμα και η ένσταση περί επίδοσης όλων των εγγράφων της κατηγορίας στους κατηγορούμενους στα ελληνικά, χωρίς ούτε στοιχειώδη μετάφραση αποσπασμάτων του κατηγορητηρίου σε γλώσσα που να κατανοούν, παρόλο που αυτό προβλέπεται τόσο στις οδηγίες 2010/64/ΕΕ του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 20/10/2010 και 2012/13/ΕΕ του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου και του συμβουλίου της 22/05/2012, όσο και στο άρθρο 237 ΚΠΔ.

Το τεκμήριο της αθωότητας των κατηγορουμένων και κάθε έννοια του κράτους δικαίου είχε καταλυθεί από την πρώτη στιγμή. Καίτοι από τα επίσημα έγγραφα της προανάκρισης σαφέστατα προκύπτει ότι όλοι συνελήφθησαν στις 15/09/2020 μεταξύ 22:50 και 23:00 (το βράδυ δηλαδή), εμφανίζονται (και πάλι στα επίσημα έγγραφα) να απολογούνται στις 15/09/2020 μεταξύ 13:00 και 13:30 (το μεσημέρι δηλαδή), πριν συλληφθούν. Την ίδια μέρα και πριν τη σύλληψή τους υπήρξαν δηλώσεις δύο υπουργών της κυβέρνησης, ότι οι δράστες του εμπρησμού της Μόριας συνελήφθησαν, κρατούνται, θα καταδικαστούν και θα απελαθούν. 

Η καταδίκη των κατηγορούμενων στηρίχθηκε αποκλειστικά στη γραπτή κατάθεση στην αστυνομία ενός και μοναδικού μάρτυρα-κατοίκου του στρατοπέδου, ο οποίος κλήθηκε (χωρίς συγκεκριμένο κριτήριο) αυτός και μόνο και κανένας άλλος κάτοικος, στον οποίο δόθηκε το δικαίωμα να καταθέσει χωρίς να δηλώσει μόνιμη κατοικία, ώστε να καταστεί ανέφικτος ο εντοπισμός του στα μεταγενέστερα στάδια της διαδικασίας. Περαιτέρω δεν έγινε καμία προσπάθεια ανεύρεσής του από την εισαγγελία, μέσω της υπηρεσίας ασύλου ή της αστυνομίας που έχει πρόσβαση στα στοιχεία της υπηρεσίας ασύλου, όπου κάθε αιτών άσυλο ή έχων καθεστώς πρόσφυγα είναι υποχρεωμένος να δηλώνει τη μόνιμη διεύθυνσή του. Η εισαγγελία αρκέστηκε να τον θεωρήσει ως αγνώστου διαμονής, να τον απαλλάξει από τη βάσανο της προφορικής διαδικασίας, με αποτέλεσμα να αναγνωσθεί η κατάθεσή του στο δικαστήριο, απορριφθείσας (χωρίς αιτιολογία) της σχετικής ένστασης που προτάθηκε από τους συνηγόρους υπεράσπισης, περί καταστρατήγησης του υπερασπιστικού δικαιώματος των κατηγορούμενων. Στη συγκεκριμένη κατάθεση, ο μοναδικός μάρτυρας κατηγορίας που ενοχοποιεί τους κατηγορούμενους, τους «αναγνωρίζει» μόνο με τα μικρά τους ονόματα, χωρίς να τους περιγράφει ή να δίνει κάποιο άλλο χαρακτηριστικό που να τους ταυτοποιεί. Ως εκ θαύματος, η αστυνομία του επιδεικνύει πέντε συγκεκριμένες φωτογραφίες (μολονότι τα μικρά ονόματα που αναφέρει είναι ιδιαίτερα κοινά στην αφγανική κοινότητα), από τις οποίες αναγνωρίζει ανεπιφύλακτα και με τον τρόπο αυτό καθιστά τους συγκεκριμένους ανθρώπους κατηγορούμενους. Μόνο αυτός και με αυτό τον τρόπο, καθώς πολλοί άλλοι μάρτυρες κατηγορίας, αστυνομικοί και πυροσβέστες, δεν ήταν σε θέση να τους αναγνωρίσουν, παρόλο που ήταν αυτόπτες μάρτυρες στην πυρκαγιά. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατάθεση του εν λόγω μάρτυρα ανατρέπεται με τον πλέον ξεκάθαρο και αξιόπιστο τρόπο από την ίδια την Έκθεση της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Μυτιλήνης, καθώς ο ίδιος εμφανίζεται να «αναγνωρίζει» άτομα να βάζουν φωτιά σε συγκεκριμένη μέρα και περιοχή του ΚΥΤ, που σύμφωνα με την Έκθεση όχι μόνο δεν είχε καεί την κρίσιμη ημέρα αλλά την επομένη και μάλιστα όχι από ανθρώπινη ενέργεια αλλά εξαιτίας της φοράς του ανέμου.

Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υπήρξαν και άλλες μείζονες παραβιάσεις (διερμηνείας, προσβολής των μαρτύρων υπεράσπισης, δικαιώματος στην απολογία των κατηγορουμένων κ.λ.π.) και άλλα διάφορα παράδοξα (δόθηκε η πολυτέλεια σε μάρτυρα κατηγορίας, του οποίου το κτήμα είχε σε άλλη χρονική στιγμή καεί να περιγράφει με λεπτομέρειες  την απώλεια της περιουσίας του, μολονότι δεν υπήρχε κατηγορία για τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους επ’ αυτού).

Τέλος, δεν αναγνωρίστηκε ομόφωνα από το δικαστήριο στους κατηγορούμενους κανένα ελαφρυντικό, ούτε καν αυτό του νεαρού παραβάτη, καίτοι η ελληνική πολιτεία ήδη τους είχε αναγνωρίσει ως τέτοιους προφυλακίζοντάς τους σε ειδικό κατάστημα κράτησης, πόσο μάλλον αυτό των μη ταπεινών αιτίων, στηριζόμενης της επ’ αυτού κρίσης στις πραγματικά απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης των κατηγορούμενων στο «κολαστήριο» της Μόριας, όπως αναγνωρίστηκε από όλους μετά την καταστροφή του.

Όλα τα παραπάνω καταλείπουν την αδιαμφισβήτητη εντύπωση ότι, η συγκεκριμένη δίκη κάθε άλλο παρά δίκαιη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ότι η σκοπιμότητα και η πολιτική εκμετάλλευση σε ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος και τέρψης της κοινής γνώμης, υποσκελίζουν το οποιοδήποτε δικαίωμα των κατηγορουμένων.

Οι Συνήγοροι Υπεράσπισης

FREE THE MORIA 6: A STATEMENT FROM THE DEFENCE LAWYERS ON THE UNFAIR TRIAL OF FOUR OF THOSE ACCUSED OF THE MORIA FIRES

On Friday 11 and Saturday 12 June 2021, the trial of four young Afghans, accused by the Greek authorities for the fire in Moria which resulted in the camp’s total destruction in September 2020, took place in Chios before a Mixed Jury Court.

All four were unanimously sentenced to ten years’ imprisonment, without recognition of any mitigating circumstances, and without their appeal having a suspensive effect. They were therefore taken back to Avlona prison, near Athens, where they have already been held in pre-trial detention for almost ten months.

The court’s intended procedure was evident from the outset of the trial. Upon entry to the court and on the order of the President of the Judges, the defence lawyers were first searched, including the case files and their personal belongings (wallets, etc.). After that, the request of four journalists (two from Greek press and two from international media) and two international trial observers (lawyers accredited by international legal associations) to attend the trial in order to ensure a minimum level of public oversight, were rejected under the pretext that COVID-19 measures prohibited the presence of more than 15 persons inside the court. At the same time, 7 to 9 police officers were present inside the courtroom throughout the proceedings, in order to maintain unnecessary order. It is worth noting that a representative of the United Nations High Commissioner for Refugees (UNHCR) was also excluded from attending the trial for the same reasons.

The trial started with an objection, launched by defence lawyers, related to the court’s lack of jurisdiction. Three of the four defendants were minors at the time of the alleged commission of the crime, and provided the Public Prosecutor’s office with official documents from their country of origin that demonstrated their minority. Pursuant to Joint Ministerial Decision 9889/2020, Article 1, para. 12, this is sufficient to prove their juvenile status. Consequently, their case should have been heard before juvenile court. However, the court rejected this objection, without any substantial reasoning, based  on the “expert” opinion of dubious quality, reliability and validity issued by a social scientist with a criminology and anthropology background (instead of a competent doctor) who claimed, based on X-rays of the defendants’ hands, that the three were adults. This is in stark violation of the procedure for age assessment provided for by law (i.e. the aforementioned Joint Ministerial Decision). The court also failed to take into account the presumption of minority regarding the defendants’ ages, as provided for by the International Convention on the Rights of the Child.

The trial continued with an objection, again launched by defence lawyers, concerning the issuance of the defendants’ indictment in Greek. No translation was offered to them, not even of the essential parts of the indictment. This objection was also rejected, despite the fact that EU Directives 2010/64/EU and 2012/13/EU, in addition to Article 237 of the Greek Code of Criminal Procedure, require indictment documents to be served in a language that the defendants understand.

In this case, the presumption of innocence of the accused and the rule of law were  dismantled from the very first moment. Official documents of the preliminary investigation state that all the defendants were arrested on 15 September 2020 between 22:50 and 23:00 (i.e. in the evening), and yet they appear (again in the official documents) to have been interrogated by the police on 15 September 2020 between 13:00 and 13:30 (i.e. at noon), before they were arrested. Furthermore, on the same day of their arrest and prior to their interrogation, the Minister of Migration and the Minister of Citizen Protection stated that the perpetrators of the fire in Moria had been arrested and detained, and that they would be tried and deported. 

The conviction of the defendants was solely based on the written testimony to the police of a single witness, who was another resident of the Moria camp. This person – and no other resident of Moria – was called (without any specific justification) and given the right to testify without declaring a permanent residence, which made it impossible to locate him in the later stages of the proceedings. Furthermore, no attempt was ever made by the public prosecutor’s office to locate this “witness,” be it through the asylum service or the police, before which all asylum seekers or refugees are obliged to declare their  permanent address. The Public Prosecutor’s office was content to consider him as an “unknown resident”, thus relieving him of the burden of the oral procedure before the court (and shielding him from cross-examination). The court rejected the defence counsels’ objection that this violated the defendants’ right of defence, admitted his testimony and read it aloud in court. 

In his written testimony, this man – the sole witness for the prosecution incriminating the defendants – “identified” them only by mentioning their first names, without offering a physical description or any other identifying characteristics. Even though the first names he mentioned are some of the most common ones in the Afghan community, the police miraculously showed him five specific photographs of the defendants based on which he unreservedly confirmed their identities, thereby making these people the accused. None of the other prosecution witnesses, be it police officers or firefighters, were able to identify the defendants, although they were eyewitnesses to the fire. 

Furthermore, this “witness” testimony is in direct contradiction to the report prepared by  the Mytilene Fire Service itself. The “witness” identified the defendants as setting fire to a specific area of Moria camp on a specific day – which, according to the Mytilene Fire Service, did not burn on that day and, in any case, was not set alight by people. Instead, that area of the camp was destroyed solely by fires spread by the wind. 

During the trial, other major procedural violations were documented, including: erroneous or incomplete interpretation; insults to and harassment of defence witnesses; violations of the rights of the defence witnesses; and violations of the right of the defendants to make a statement. Various other paradoxes manifested during the trial: for instance, a prosecution witness who had lost property in a separate fire to those in Moria camp on September 8 was given the luxury of describing, in detail and without interruption, this loss, even though it had no relation to the trial and there were no associated charges against the defendants. 

Finally, the court unanimously decided to reject all mitigating circumstances in the defendants’ sentencing. This included a refusal to recognise their young age, despite the fact that the Greek state had already recognised this vulnerability by incarcerating them in a specific juvenile prison. Not even the inhumane living conditions of the defendants in the “hell” of Moria – otherwise recognised by all – were taken into account by the court to reduce the defendants’ sentence. 

All of the above leaves the undeniable impression that the trial in question was anything but fair, and that in matters of national interest and public opinion, such as the Moria fire, expediency and political exploitation subordinate the rule of law and the rights of the accused.

THE DEFENSE LAWYERS

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *